πηγή http://creativegreece.net/
“Το νέο πρόγραμμα Δημιουργική Ευρώπη δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο πολιτιστικής πολιτικής που διαφέρει από τις αντίστοιχες πολιτικές των προηγούμενων προγραμματικών περιόδων (2000- 2006, 2007-2013), καθώς οι χρηματοδοτικές δράσεις που προτείνει ενισχύουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των πολιτιστικών επιχειρήσεων και φορέων (δημόσιων ή ιδιωτικών), είναι προσανατολισμένες προς την χρηματοδότηση μεγάλων project, και άρα δεν στοχεύουν στην σύγκλιση των περιφερειών/ κρατών σε θέματα πολιτιστικής κατανάλωσης και παραγωγής, ενώ προάγουν την τραπεζική χρηματοδότηση η οποία υπό ορισμένες συνθήκες δύναται να αντικαταστήσει την δημόσια συμμετοχή.”
Ο προγραμματισμός της πολιτιστικής πολιτικής της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020 ξεκινά ήδη από το 2010, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοινώνει την «Πράσινη Βίβλο για την απελευθέρωση του δυναμικού των κλάδων του πολιτισμού και της δημιουργικότητας», στην οποία για πρώτη φορά γίνεται επίσημα λόγος για τις «πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες» στην ΕΕ-27. Ήδη από τέλος του 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προετοιμάσει το έδαφος, μέσα από το «Ψήφισμα του Συμβουλίου σχετικά με μια ευρωπαϊκή ατζέντα για τον πολιτισμό» (2007) και διάφορες μελέτες (COM, 2007, ΚΕΑ, 2009) για την οικονομία, την απασχόληση και για διάφορα μοντέλα πολιτικής που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί από μερικά κράτη-μέλη (π.χ. Ην. Βασίλειο) για την ανάπτυξη των ΚΠΔ. Έτσι, η Πράσινη Βίβλος χρησιμοποιήθηκε ως το εφαλτήριο για τις επίσημες διαβουλεύσεις με τα κράτη-μέλη και τους διάφορους πολιτιστικούς οργανισμούς και οργανώσεις επαγγελματιών των ΚΠΔ, με σκοπό να δημιουργηθούν οι πρώτες προτάσεις πολιτικής οι οποίες θα κατευθύνουν τα επόμενα χρόνια τις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις.
Στην ουσία, η Πράσινη Βίβλος διατύπωσε τους προβληματισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την νέα οικονομία της δημιουργικότητας και ανέλυσε τις κύριες θεματικές περιοχές πολιτικής που η Επιτροπή ήθελε να ρίξει το βάρος, σύμφωνα και με τις κατευθύνσεις της ατζέντας «Ευρώπη 2020». Αυτές ήταν: (α) η ψηφιακή ατζέντα για την Ευρώπη, (β) η περαιτέρω σύνδεση των ΚΠΔ με την καινοτομία, μέσα από δράσεις που θα ενισχύουν τον ρόλο των ΚΠΔ ως καταλύτη καινοτομίας για την ευρωπαϊκή οικονομίακαι (γ) η ανάπτυξη και ολοκλήρωση μιας βελτιωμένης στρατηγικής και ενός καλύτερου ρυθμιστικού πλαισίου για την πνευματική ιδιοκτησία.[1][1]
Οι παραπάνω ευρείες περιοχές πολιτικής εξειδικεύονται ακόμα περισσότερο σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις πολιτικής με συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία μέσα από τον προγραμματισμό της Δημιουργικής Ευρώπης. Κεντρικοί στόχοι του νέου προγραμματισμού είναι η ανάπτυξη των δεξιοτήτων μέσω της κατάρτισης των καλλιτεχνών, η κάλυψη των αυξημένων αναγκών για χρηματοδότηση, η σύνδεση των στρατηγικών τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης με τους ΚΠΔ, μέσω της συμβολής τους στην καινοτομία, η κινητικότητα των δημιουργών και η διακίνηση των δημιουργικών και πολιτιστικών έργων και οι πολιτιστικές ανταλλαγές. Μια καινοτομία του νέου προγραμματισμού είναι και η συρρίκνωση των Προγραμμάτων Πολιτισμός και Media, κάτω από την “ομπρέλλα” της Δημιουργικής Ευρώπης, κυρίως για λόγους εξοικονόμησης διοικητικών πόρων, το οποίο χωρίζεται σε τρεις κατευθύνσεις: (α) τη Χρηματοδοτική Διευκόλυνση, ένα χρηματοδοτικό εργαλείο που θα παρέχει προστασία για το αυξημένο ρίσκο των τραπεζών να δανείζουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις των ΚΠΔ Το συγκεκριμένο εργαλείο θα ενισχυθεί με 121 εκατ. ευρώ και εκτιμάται ότι θα καλύψει δάνεια 750 εκατ. ευρώ. (β) Η δεύτερη κατεύθυνση θα χρηματοδοτήσει με 500 εκατ ευρώ ΜΜΕ, κρατικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς των ΚΠΔ, ενώ (γ) ο οπτικοακουστικός τομέας και η βιομηχανία του κινηματογράφου θα ενισχυθούν με 700 εκατ. ευρώ. Η συνολική χρηματοδότηση του προγράμματος Δημιουργική Ευρώπη φθάνει τα 1,46 δισ. Ευρώ (European Commission, 2012).[2][2] [3][3]
Πλέον των παραπάνω ενισχύσεων, οι δράσεις που σχετίζονται με την ανάπτυξη των πολιτιστικών και δημιουργικών βιομηχανιών θα συνεχίσουν την πρακτική της προηγούμενης περιόδου, ήτοι να μπορούν να χρηματοδοτούνται από τις διάφορες οριζόντιες πολιτικές του ΕΤΠΑ και του ΕΚΤ. Πιο συγκεκριμένα, οι πολιτιστικές επιχειρήσεις και οργανισμοί θα μπορούν να λαμβάνουν ενισχύσεις εάν συνεισφέρουν στις επενδυτικές προτεραιότητες των ΕΤΠΑ και ΕΚΤ: Έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη & καινοτομία (ΕΠ1), Τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών (ΕΠ2), Ανταγωνιστικότητα Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΕΠ3), Προστασία του περιβάλλοντος & αποτελεσματική διαχείριση πόρων (ΕΠ6), Απασχόληση & υποστήριξη της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού (ΕΠ8) και Κοινωνική ένταξη & καταπολέμηση της φτώχειας (ΕΠ9). Η αναγκαστική σύνδεση των ενισχύσεων για τον πολιτισμό με τις παραπάνω προτεραιότητες της Πολιτικής Συνοχής 2014-2020 δεν είναι σίγουρο αν θα αποτελέσουν την βάση πιο αποδοτικών ενισχύσεων.
Οι παραπάνω τρεις κατευθύνσεις πολιτικής της Δημιουργικής Ευρώπης και ιδιαίτερα οι δύο πρώτες (Διευκόλυνση και οι ενισχύσεις σε ΜΜΕ, ΜΚΟ και κρατικούς οργανισμούς) εισάγουν μια νέα φιλοσοφία, η οποία δανείζεται πολλά από την Πολιτική Συνοχής 2014-2020. Πιο συγκεκριμένα, η Χρηματοδοτική Διευκόλυνση, δηλαδή η ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσα από τον τραπεζικό δανεισμό, είναι ένα «δοκιμασμένο» εργαλείο της ΕΕ στην Πολιτική Συνοχής ήδη από την περίοδο 2007-2013 (μέσω των προγραμμάτων Jessica, Jeremie, Jaspers, αλλά και από το Πρόγραμμα Media), το οποίο σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να κινητοποιήσει ιδιωτικά κεφάλαια προς την ενίσχυση του πολιτισμού. Όμως, η όλο και μεγαλύτερη χρήση τέτοιων «διευκολύνσεων» μπορεί να οδηγήσει σταδιακά στη δέσμευση ολοένα και περισσότερων κοινοτικών πόρων σε τέτοιες δράσεις και, σε βάθος χρόνου, οι επιδοτήσεις να υποκατασταθούν από τα εργαλεία αυτά και, κατά συνέπεια, να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο ενισχύσεων που θα κυριαρχείται από δανειακές μορφές χρηματοδότησης και όχι από δημόσια ενίσχυση (Κουρτέσης & Αυδίκος, 2013).
Ακόμη, τα προγράμματα ενίσχυσης των ΜΜΕ (από τον δεύτερο πυλώνα της Δημιουργικής Ευρώπης), δηλαδή οι δράσεις για την ενίσχυση ευρωπαϊκών δικτύων/πλατφόρμες και για την ευρωπαική συνεργασία (European Cooperation Projects, European Platforms, European Networks) θέτουν ως προϋπόθεση την ιδιωτική συγχρηματοδότηση στο 40% ή 50% του επιλέξιμου προϋπολογισμού. Αυτό, δημιουργεί από την μια πλευρά, ένα πολύ ανταγωνιστικό πλαίσιο χρηματοδότησης, και από την άλλη, δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες στην πλειονότητα των πολιτιστικών φορέων, αφού ένα από τα συνηθέστερα προβλήματα των πολιτιστικών φορέων είναι η ανεπάρκεια ιδίων πόρων. Έτσι, ο δεύτερος πυλώνας της Δημιουργικής Ευρώπης εντείνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες και προκρίνει την συμμετοχή μεγάλων φορέων που διαθέτουν επαρκείς ιδίους πόρους (κυρίως ιδιωτικών ή φορέων που διαθέτουν ιδιωτική χρηματοδότηση, πχ. μέσω Τράπεζών, πολιτιστικών ιδρυμάτων κλπ), στερώντας ουσιαστικά το δικαίωμα σε μικρούς φορείς να λάβουν ενισχύσεις.
Το αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να διατηρούνται οι ανισότητες μεταξύ των μικρών και μεγάλων πολιτιστικών φορέων, ενώ περίπου το ίδιο ισχύει και για τις ενισχύσεις των ΕΤΠΑ και ΕΚΤ, οι οποίες δεν έχουν πλέον ως πρώτη προτεραιότητα και στόχο την άρση των περιφερειακών ανισοτήτων και την περιφερειακή οικονομική σύγκλιση, αλλά την “αρμονική ανάπτυξη” (harmonious development) μέσα από την έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη (Ευρώπη 2020). Έτσι, η πολιτιστική πολιτική της ΕΕ δεν ανταποκρίνεται στο χρόνιο πρόβλημα των πολιτιστικών ανισοτήτων, όπως αυτές αναδεικνύονται μέσα από τις πολιτιστικές στατιστικές της Eurostat.
Για παράδειγμα, ο μέσος όρος της πολιτιστικής «κατανάλωσης» στην ΕΕ-27, δηλαδή οι δαπάνες που διαθέτουν τα νοικοκυριά για την αγορά συμβολικών αγαθών κατα έτος, είναι περίπου 888 ευρώ (Eurostat, 2012). Στην περίπτωση της Ιρλανδίας οι αντίστοιχες δαπάνες ανεβαίνουν στα 1690 ευρώ, στην Γερμανία 1338 ευρώ, στην Ολλανδία 1378 ευρώ, ενώ στην Ελλάδα είναι 740 ευρώ, στην Πορτογαλία 646 ευρώ και στην Βουλγαρία 144 ευρώ.
Ακόμη, οι διακρατικές πολιτιστικές ανισότητες μπορούν να διευρυνθούν αν λάβουμε υπόψη το γεγονός οτι πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ-27 έχουν από καιρό δημιουργήσει εξειδικευμένες εθνικές πολιτικές για την ενίσχυση των ΚΠΔ (Nordic Council, 2007, Ministry of Education, 2009), ενώ κάποια άλλα κράτη-μέλη δεν έχουν ακόμη πολιτικές σε πολλούς από τους ΚΠΔ (πχ. στην περίπτωση του ειδικευμένου σχεδίου-design, στην περίπτωση της χειροτεχνίας, κλπ). Έτσι, τα μεν πρώτα βρίσκονται ήδη ένα βήμα μπροστά στην εναρμόνιση του πολιτιστικού σχεδιασμού τους με τις κατευθύνσεις της περιόδου 2014-2020, και σε πολλές περιπτώσεις τα κράτη αυτά πρότειναν αρκετές από τις προτεραιότητες της Δημιουργικής Ευρώπης στην διαδικασία της διαβούλευσης του προγράμματος, ενώ τα μεν δεύτερα, θα πρέπει να βιαστούν για να δημιουργήσουν πολιτικές για την αποδοτική απορρόφηση των αντίστοιχων κονδυλίων.
Από την άλλη παρατηρούνται, ιδιαίτερα μέσα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης (2008-), μεγάλες αλλαγές, τόσο στην γεωγραφία των δημιουργικών επιχειρήσεων στην ΕΕ (με μεγάλες αυξήσεις της απασχόλησης στα κράτη-μέλη του πρώην ανατολικού μπλοκ και αντίστοιχες μειώσεις στον ευρωπαϊκό νότο), όσο και στο εργασιακό και επιχειρηματικό περιβάλλον (όπου αυξάνεται η αυτο-απασχόληση και μειώνεται ο αριθμός των μεγάλων και πολύ μεγάλων επιχειρήσεων) (Avdikos and Kalogeresis, forthcoming, De Propris, 2012). Έτσι, παρατηρούνται τεράστιες ανισότητες είτε στην πλευρά της προσφοράς, είτε σε αυτήν της ζήτησης συμβολικών αγαθών.
Τέλος, ανισότητες και στρεβλώσεις παρατηρούνται και στις εργασιακές συνθήκες των δημιουργικών επαγγελμάτων, αφού κύριο χαρακτηριστικό του εργασιακού βίου ενός καλλιτέχνη είναι η εργασιακή ανασφάλεια (μεγάλο ρίσκο) που πηγάζει από το ύφος της εργασίας, η οποία συνήθως είναι στη βάση εργοληπτικών συμφωνιών (project based work, Gill και Pratt, 2007) και άρα είναι προσωρινή εργασία, αντί της καθημερινής μισθωτής εργασίας που προσφέρει τη δυνατότητα σταθερού εισοδήματος (Αυδίκος, 2014). Το παραπάνω εργασιακό μοντέλο συνήθως «ενισχύεται» από την ανασφάλιστη και αδήλωτη εργασία και τις πολύ μικρές απολαβές (Finkel, 2009, Jenkins, 2009), τις συχνές προσλήψεις-απολύσεις, τη δεύτερη εργασία που συνήθως δεν έχει δημιουργικό περιεχόμενο (Menger, 1999, Bain, 2005) την απουσία συλλογικών οργάνων διαπραγμάτευσης εργασιακών δικαιωμάτων και την κινητικότητα που θα πρέπει να έχει ο καλλιτέχνης μεταξύ διαφόρων πόλεων για αναζήτηση εργασίας. Αυτή η «εξατομίκευση του κινδύνου» απαιτεί από τους καλλιτέχνες να καλύπτουν μόνοι τους τα έξοδα της εκπαίδευσής τους, της επαγγελματικής τους ανάπτυξης (σεμινάρια κατάρτισης), των επιδομάτων ασθένειας και μητρότητας κ.ά. (Gill, 2002) και παράλληλα να είναι καινοτόμοι μέσα σε ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον (Christopherson, 2008).
Όμως το πλαίσιο της πολιτιστικής πολιτικής της ΕΕ, όπως διαφαίνεται μέσα από την Δημιουργική Ευρώπη και τα διαρθρωτικά ταμεία, δημιουργεί ελάχιστες πολιτικές για την άρση των παραπάνω ανισοτήτων, ενώ φαίνεται ότι περιλαμβάνει κάποιες παρεμβάσεις με στόχο την δημιουργία πιο ομαλών εργασιακών συνθηκών (ενίσχυση των ΜμΕ και των αυτό-απασχολούμενων).
Η Δημιουργική Ευρώπη είναι δεμένη στο άρμα της Πολιτικής Συνοχής 2014-2020 και έχει μπολιαστεί με τις νεο-φιλελεύθερες ιδέες της ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας και της δικτύωσης των πόλεων-περιφερειών και των πολιτιστικών φορέων/επιχειρήσεων. Τα παραπάνω, αν και σε ορισμένες περιφέρειες-μοντέλα έχουν δημιουργήσει τις απαιτούμενες συνθήκες για τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στα φαινόμενα των χωρικών ανισοτήτων, είτε στο οικονομικό και κοινωνικό, είτε στο πολιτιστικό επίπεδο.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Bain, A. (2005) «Constructing an artistic identity», Work, Employment, and Society, 19/25:25-46.
Christopherson, S. (2008), «Beyond the self-expressive creative worker: an industry perspective on entertainment media», Theory, Culture, and Society, τόμ. 25: 73-95.
De Propris, L. (2013) «How are creative industries weathering the crisis?»Cambridge Journal of Regions, Economy and Society, 6 (1): 23-35
European Commission (COM 2012) Creative Europe – A new framework programme for the cultural and creative sectors (2014-2020)
Eurostat, (2012) Cultural Statistics Pocketbook, Unit-F4: Brussels
Finkel, R. (2009), «A picture of the contemporary combined arts festival landscape», Cultural Trends, 18:3-21.
Gill, R. & Pratt, A. (2008) «In the social factory? Immaterial labour, precariousness and and cultural work», Theory, Culture and Society, 25:1-30
Gill R. (2002), «Cool, creative, and egalitarian? Exploring gender in project-based new media work in Europe», Information, Communication, and Society, 5: 70-89.
Jenkins Β. (2009), «Cultural spending in Ontario, Canada: trends in public and private funding», International Journal of Cultural Policy, 15:329–342.
Menger, PM (1999), «Artistic labor markets and careers», Annual Review of Sociology, 25: 541-574.
Ministry of Education, Culture and Science, (2009) Creative Value – Culture and Economy Policy Paper, Netherlands
Nordic Council (2007), A Creative Economy Green Paper for the Nordic Region, Tom Fleming Creative Consultancy
UNDP-UNCTAD (2008), Creative Economy Report.
Αυδίκος, Β. (2014), Οι πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες στην Ελλάδα, εκδ. Επίκεντρο, σ. 224
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, (2010), Πράσινη Βίβλος: Απελευθέρωση του δυναμικού των κλάδων του πολιτισμού και της δημιουργικότητας, Βρυξέλλες.
Κουρτέσης, Α. & Αυδίκος, Β. (2013) Η νέα πολιτική οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής 2014 – 2020: μια πρώτη ανάλυση και κριτική, Γεωγραφίες, 21
COM (2007) «Ανακοίνωση σχετικά με μια ευρωπαϊκή ατζέντα για τον πολιτισμό σ’ έναν κόσμο παγκοσμιοποίησης» –242.
[1][1] Βλέπε και την ανακοίνωση της Επιτροπής «Τα δικαιώματα δημιουργού στην οικονομία της γνώσης», COM(2009) 532 τελικό και το έγγραφο διαβούλευσης «CreativecontentinaEuropeandigitalsinglemarket: Challengesforthefuture», Έγγραφο προβληματισμού της DGINFSO και DGMARKT, 2009.
[2][2] Αν και η αρχική πρόταση έκανε λόγο για 1,8 δισ. ευρώ, η γενικότερη πολιτική λιτότητας του προυπολογισμού της νέας περιόδου 2014-2020, είχε επιπτώσεις και στις ενισχύσεις της Δημιουργικής Ευρώπης που περικόπηκαν κατα 0,4 δισ. ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου